Ένα ιστορικό, πειραματικό, alternative pop art manga
O Seiichi Hayashi είναι ένας θρύλος του κόσμου των manga, και ιδιαίτερα του πιο πρωτοποριακού και εναλλακτικού κομματιού των ιαπωνικών comics. Γεννημένος το 1945, ξεκίνησε την καριέρα του στην τρυφερή ηλικία των 22 στο θρυλικό, avant-garde περιοδικό Garo, ανανεώνοντας, εξελίσσοντας και επεκτείνοντας τους ορίζοντες της ιαπωνικής 9ης τέχνης μαζί με τους υπόλοιπους πρωτοπόρους καλλιτέχνες της συντακτικής ομάδας. Γνωστός περισσότερο για το εμβληματικό Red Color Elegy, ένα graphic novel του 1971 που έφερε πραγματικά επανάσταση στο χώρο των manga και επηρρέασε ολόκληρες γενιές δημιουργών, ο Hayashi αρεσκόταν να φιλοτεχνεί κυρίως σύντομες και μεσαίου μήκους ιστορίες με έντονο το στοιχείο του πειραματισμού αλλά και επιρροές από δυτικά καλλιτεχνικά κινήματα (pop art, σουρρεαλισμό, κ.α).
Μία από τις πιο γνωστές του μεσαίου μήκους ιστορίες είναι και το Yamanba Lullaby, που φιλοτεχνήθηκε τον Αύγουστο του 1968 και δημοσιεύθηκε το Σεπτέμβριο του 1968 στο τεύχος #50 του Garo, το οποίο θα επαναλάβω το πόσο σημαντικό για την κουλτούρα των manga και επιδραστικό περιοδικό υπήρξε. Οι υπόλοιποι, μεγαλύτεροι σε ηλικία συντελεστές του περιοδικού, όπως ο ιδρυτής του Sanpei Shirato (γεννημένος το 1932), ο Shigeru Mizuki (γεννημένος το 1922), και ο Yoshiharu Tsuge (γεννημένος το 1937) παρέδιδαν επίσης πρωτοποριακές δουλειές, οι οποίες όμως δεν έδειχναν να μπορούν να απευθυνθούν σε ένα ευρύτερο κοινό. Ο Hayashi ήταν αυτός που, με την εισαγωγή στοιχείων της pop κουλτούρας και δυτικών τάσεων κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον μίας μεγαλύτερης μερίδας του πολυπληθούς ιαπωνικού, κομιξόφιλου κοινού, το οποίο τον καιρό εκείνο γνώριζε μόνο τις παιδικές περιπέτειες της σχολής του Osamu Tezuka.
Επειδή όμως άρχισα να πλατειάζω, πάμε να δούμε την εμβληματική 34-σέλιδη ιστορία, και συνεχίζουμε μετά. Σημειωτέον, παρουσιάζεται ολόκληρη σε παγκόσμια αποκλειστικότητα - δηλαδή δεν την έχω πετύχει πουθενά στο internet.
(διαβάζεται από δεξιά προς αριστερά, όπως όλα τα manga)
To Yamanba Lullaby είναι μία εμβληματική ιστορία για τον κόσμο των manga, αλλά και της ιαπωνικής pop art, και της ιαπωνικής avant-garde γενικότερα. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί όπως αναφέραμε στοιχεία των ευρωπαϊκών και αμερικάνικων comics, ακόμη και κάποιους πολύ γνωστούς χαρακτήρες της αμερικάνικης βιομηχανίας (Batman, Superman, κ.α). Στη συγκεκριμένη περίπτωση βεβαίως, η εμφάνιση των γιάνκηδων υπερηρώων αποτελεί μέσο καταγγελίας της έντονης αμερικάνικης επιρροής στην πολιτική, την κοινωνία αλλά και την τέχνη της χώρας του ανατέλλοντος ηλίου μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου.
Tο ζήτημα αυτό προσωπικά το βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον αλλά και μυστηριώδες, μη μπορώντας να κατανοήσω με το φτωχό μου το μυαλό πώς γίνεται ένας λαός να φάει 2 ατομικές βόμβες στο κεφάλι, και μετά να ερωτευτεί μέχρι αηδίας αυτούς που του τις ρίξανε. Σκεφτείτε μόνο οτι το εθνικό σπορ της Ιαπωνίας είναι το ελεεινό και τρισάθλιο baseball. Τους ίδιους προβληματισμούς είχε λοιπόν και ο Hayashi πολλά χρόνια προτού γεννηθώ, παρουσιάζοντας με μελανά χρώματα τους κακούς αμερικάνους που προσπαθούν να απαγάγουν την Ιαπωνία, την οποία εικονοποεί συμβολικά ως αρχετυπική αγνή παρθένα.
H cult ιστορία Yamanba Lullaby μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά στη συλλογή σύντομων ιστοριών Gold Pollen and Other Stories της πολυαγαπημένης μου Fantagraphics (2013), συγκεντρώνοντας μικρές και μεσαίου μήκους δουλειές του Seiichi Hayashi από την περίοδο 1968 - 1972.
O Seiichi Hayashi είναι ένας θρύλος του κόσμου των manga, και ιδιαίτερα του πιο πρωτοποριακού και εναλλακτικού κομματιού των ιαπωνικών comics. Γεννημένος το 1945, ξεκίνησε την καριέρα του στην τρυφερή ηλικία των 22 στο θρυλικό, avant-garde περιοδικό Garo, ανανεώνοντας, εξελίσσοντας και επεκτείνοντας τους ορίζοντες της ιαπωνικής 9ης τέχνης μαζί με τους υπόλοιπους πρωτοπόρους καλλιτέχνες της συντακτικής ομάδας. Γνωστός περισσότερο για το εμβληματικό Red Color Elegy, ένα graphic novel του 1971 που έφερε πραγματικά επανάσταση στο χώρο των manga και επηρρέασε ολόκληρες γενιές δημιουργών, ο Hayashi αρεσκόταν να φιλοτεχνεί κυρίως σύντομες και μεσαίου μήκους ιστορίες με έντονο το στοιχείο του πειραματισμού αλλά και επιρροές από δυτικά καλλιτεχνικά κινήματα (pop art, σουρρεαλισμό, κ.α).
Μία από τις πιο γνωστές του μεσαίου μήκους ιστορίες είναι και το Yamanba Lullaby, που φιλοτεχνήθηκε τον Αύγουστο του 1968 και δημοσιεύθηκε το Σεπτέμβριο του 1968 στο τεύχος #50 του Garo, το οποίο θα επαναλάβω το πόσο σημαντικό για την κουλτούρα των manga και επιδραστικό περιοδικό υπήρξε. Οι υπόλοιποι, μεγαλύτεροι σε ηλικία συντελεστές του περιοδικού, όπως ο ιδρυτής του Sanpei Shirato (γεννημένος το 1932), ο Shigeru Mizuki (γεννημένος το 1922), και ο Yoshiharu Tsuge (γεννημένος το 1937) παρέδιδαν επίσης πρωτοποριακές δουλειές, οι οποίες όμως δεν έδειχναν να μπορούν να απευθυνθούν σε ένα ευρύτερο κοινό. Ο Hayashi ήταν αυτός που, με την εισαγωγή στοιχείων της pop κουλτούρας και δυτικών τάσεων κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον μίας μεγαλύτερης μερίδας του πολυπληθούς ιαπωνικού, κομιξόφιλου κοινού, το οποίο τον καιρό εκείνο γνώριζε μόνο τις παιδικές περιπέτειες της σχολής του Osamu Tezuka.
Επειδή όμως άρχισα να πλατειάζω, πάμε να δούμε την εμβληματική 34-σέλιδη ιστορία, και συνεχίζουμε μετά. Σημειωτέον, παρουσιάζεται ολόκληρη σε παγκόσμια αποκλειστικότητα - δηλαδή δεν την έχω πετύχει πουθενά στο internet.
(διαβάζεται από δεξιά προς αριστερά, όπως όλα τα manga)
To Yamanba Lullaby είναι μία εμβληματική ιστορία για τον κόσμο των manga, αλλά και της ιαπωνικής pop art, και της ιαπωνικής avant-garde γενικότερα. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί όπως αναφέραμε στοιχεία των ευρωπαϊκών και αμερικάνικων comics, ακόμη και κάποιους πολύ γνωστούς χαρακτήρες της αμερικάνικης βιομηχανίας (Batman, Superman, κ.α). Στη συγκεκριμένη περίπτωση βεβαίως, η εμφάνιση των γιάνκηδων υπερηρώων αποτελεί μέσο καταγγελίας της έντονης αμερικάνικης επιρροής στην πολιτική, την κοινωνία αλλά και την τέχνη της χώρας του ανατέλλοντος ηλίου μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου.
Tο ζήτημα αυτό προσωπικά το βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον αλλά και μυστηριώδες, μη μπορώντας να κατανοήσω με το φτωχό μου το μυαλό πώς γίνεται ένας λαός να φάει 2 ατομικές βόμβες στο κεφάλι, και μετά να ερωτευτεί μέχρι αηδίας αυτούς που του τις ρίξανε. Σκεφτείτε μόνο οτι το εθνικό σπορ της Ιαπωνίας είναι το ελεεινό και τρισάθλιο baseball. Τους ίδιους προβληματισμούς είχε λοιπόν και ο Hayashi πολλά χρόνια προτού γεννηθώ, παρουσιάζοντας με μελανά χρώματα τους κακούς αμερικάνους που προσπαθούν να απαγάγουν την Ιαπωνία, την οποία εικονοποεί συμβολικά ως αρχετυπική αγνή παρθένα.
H cult ιστορία Yamanba Lullaby μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά στη συλλογή σύντομων ιστοριών Gold Pollen and Other Stories της πολυαγαπημένης μου Fantagraphics (2013), συγκεντρώνοντας μικρές και μεσαίου μήκους δουλειές του Seiichi Hayashi από την περίοδο 1968 - 1972.
Το εξώφυλλο του Garo #50 (1968) και της συλλογής Gold Pollen and Other Stories (2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου